καλλίας

καλλίας
Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Ιερέας των Ελευσίνιων μυστηρίων (6ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Φαινίππου και πατέρας του Ιππονίκου. Καταγόταν από μία από τις πιο αριστοκρατικές αθηναϊκές οικογένειες, η οποία κατείχε με κληρονομικό δικαίωμα το αξίωμα του δαδούχου στα Eλευσίνια μυστήρια και είχε μεγάλη περιουσία. Ήταν άσπονδος εχθρός των Πεισιστρατιδών, των οποίων αγόρασε τα κτήματα, όταν εκείνα δημεύτηκαν. 2. Ιερέας των Ελευσίνιων μυστηρίων και πρεσβευτής των Αθηναίων (511; – ; π.Χ.). Ήταν γιος του Ιππονίκου, συγγενής του Αριστείδη και είχε σημαντική περιουσία. Έλαβε μέρος στη μάχη του Μαραθώνα, διετέλεσε ιερέας (δαδούχος) στην Ελευσίνα και το 449 ανέλαβε να διαπραγματευθεί, ύστερα από τους μακροχρόνιους πολέμους μεταξύ Ελλήνων και Περσών, την ειρήνη η οποία έλαβε το όνομά του. Σύμφωνα με τους όρους της, η Περσία υποχρεωνόταν να αφήσει ελεύθερες τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, απαγορευόταν στα περσικά πολεμικά πλοία να πλεύσουν δυτικά της Φασήλιδας και οριζόταν μια ουδέτερη ζώνη η οποία έφτανε σε απόσταση τριών ημερών πορείας από τις ακτές του Αιγαίου. Ο Κ. ανέλαβε επίσης να διαπραγματευθεί το 446-445 τη λεγόμενη τριακονταετή ειρήνη με τη Σπάρτη. 3. Κ. ο Χαλκιδεύς (5ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Μνησάρχου. Θέλησε να ενώσει όλες τις ευβοϊκές πόλεις και στράφηκε αρχικά προς τον Φίλιππο της Μακεδονίας και έπειτα προς τους Αθηναίους. Με την υποστήριξη του Δημοσθένη πέτυχε τη συμφωνία Αθηναίων και Χαλκιδέων (341 π.Χ.). Μετά τη μάχη της Χαιρώνειας αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το νησί και να καταφύγει στην Αθήνα. 4. Αθλητής (5ος αι. π.Χ.). Το 472 στέφθηκε Ολυμπιονίκης και υπήρξε δύο φορές Πυθιονίκης, πέντε φορές Νεμεονίκης, τέσσερις φορές Ισθμιονίκης και μία φορά νικητής στα Μεγάλα Παναθήναια. 5. Στρατηγός (5ος αι. π.Χ.). Αθηναίος στρατηγός, γιος του Καλλιάδη, που ανήκε στην πολιτική μερίδα του Περικλή. Τέθηκε επικεφαλής των πολεμικών δυνάμεων που εκστράτευσαν το 432 π.Χ. στην Ποτίδαια. Νίκησε, αλλά ο ίδιος σκοτώθηκε στο πεδίο της μάχης. 6. Κ. ο Συρακούσιος (3ος αι. π.Χ.). Ιστορικός. Κατηγορήθηκε ότι στο έργο του Ιστορία του Αγαθοκλέους εγκωμίαζε τον τύραννο.
* * *
καλλίας, ιων. τ. καλλίης και δωρ. τ. καλλίαρ, ὁ (Α)
εξημερωμένος πίθηκος, οικιακό ζώο στην αρχαία Αθήνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάλλος κατ' αστεϊσμό ή ίσως και κατ' ευφημισμό. Ανάλογη η περίπτωση τής μσν. ινδ. προσφωνήσεως τού πιθήκου su-mukha- «καλλιπρόσωπος»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • καλλίας — καλλίᾱς , καλλία fem acc pl καλλίᾱς , καλλία fem gen sg (attic doric aeolic) καλλίᾱς , καλλίας tame ape masc acc pl καλλίᾱς , καλλίας tame ape masc nom sg (attic epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλλιάς — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Ιερέας των Ελευσίνιων μυστηρίων (6ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Φαινίππου και πατέρας του Ιππονίκου. Καταγόταν από μία από τις πιο αριστοκρατικές αθηναϊκές οικογένειες, η οποία κατείχε με κληρονομικό… …   Dictionary of Greek

  • Καλλιάς — Καλλιά̱ς , Καλλίη fem acc pl Καλλιά̱ς , Καλλιή fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλλίας — Καλλίᾱς , Καλλίης tame ape masc acc pl Καλλίᾱς , Καλλίης tame ape masc nom sg (attic epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλλίου — καλλίας tame ape masc gen sg καλλιόω make more beautiful pres imperat act 2nd sg καλλιόω make more beautiful imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλλίω — καλλίας tame ape masc gen sg (attic epic ionic) καλλιόω make more beautiful pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) καλλιόω make more beautiful imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) καλός beautiful neut acc comp pl καλός beautiful neut nom comp pl… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλλία — καλλίᾱ , καλλία fem nom/voc/acc dual καλλίᾱ , καλλία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) καλλίᾱ , καλλίας tame ape masc nom/voc/acc dual καλλίας tame ape masc voc sg καλλίᾱ , καλλίας tame ape masc voc sg (attic) καλλίᾱ , καλλίας tame ape… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλλίαι — καλλία fem nom/voc pl καλλίᾱͅ , καλλία fem dat sg (attic doric aeolic) καλλίας tame ape masc nom/voc pl καλλίᾱͅ , καλλίας tame ape masc dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλλίαν — καλλίᾱν , καλλία fem acc sg (attic doric aeolic) καλλίᾱν , καλλίας tame ape masc acc sg (attic epic doric aeolic) καλλίας tame ape masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλλίᾳ — καλλίαι , καλλία fem nom/voc pl καλλίᾱͅ , καλλία fem dat sg (attic doric aeolic) καλλίαι , καλλίας tame ape masc nom/voc pl καλλίᾱͅ , καλλίας tame ape masc dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”